συνακόλουθος — coupled with masc/fem nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
συνακόλουθος — η, ο / συνακόλουθος, ον, ΝΜΑ [ἀκόλουθος] νεοελλ. 1. επακόλουθος, παρεπόμενος, αυτός που ακολουθεί κατά λογική αναγκαιότητα 2. συνεπής, σύμφωνος προς τον εαυτό του 3. το ουδ. ως ουσ. το συνακόλουθο το ακολούθημα, το επακόλουθο, η συνέπεια («η… … Dictionary of Greek
ξυνακόλουθος — συνακόλουθος , συνακόλουθος coupled with masc/fem nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
συνακόλουθον — συνακόλουθος coupled with masc/fem acc sg συνακόλουθος coupled with neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
συνακόλουθοι — συνακόλουθος coupled with masc/fem nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ακόλουθος — Άγιος της Ανατ. Ορθόδοξης Εκκλησίας. Καταγόταν από τη Θηβαΐδα και έζησε στην Ερμούπολη της Αιγύπτου επί Μαξιμιανού. Τον συνέλαβαν στα χρόνια του ηγεμόνα Αρριανού, ο οποίος προσπάθησε με κολακείες και απειλές να τον επαναφέρει στην εθνική θρησκεία … Dictionary of Greek
συνακολουθία — ἡ, Μ [συνακόλουθος] μίμηση … Dictionary of Greek
Ελλάδα - Συνταγματική Ιστορία — Η ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ Σύντομη ανασκόπηση Το σύνταγμα είναι το σύνολο των κανόνων δικαίου με τους οποίους ρυθμίζεται η συγκρότηση και η άσκηση της κρατικής εξουσίας. Επομένως, η συνταγματική ιστορία είναι η ιστορία της κρατικής… … Dictionary of Greek